Greek Meaning of habitableness
κατοικησιμότητα
Other Greek words related to κατοικησιμότητα
Nearest Words of habitableness
Definitions and Meaning of habitableness in English
habitableness (n)
suitability for living in or on
FAQs About the word habitableness
κατοικησιμότητα
suitability for living in or on
ακατοίκητος,αποδεκτός,άνετος,κατοικήσιμος,κατοικήσιμος,ανεκτός,άνετος,ντελούξ,υποφερτός,οικιακός
άβολος,ακατοίκητος,οικονομικός,ταπεινός,εφεδρικό,απαράδεκτο,ακατοίκητος,λιτός,αβάσταχτος,ανυπόφορος
habitable => κατοικήσιμος, habitability => κατοικησιμότητα, habit => συνήθεια, hability => ικανότητα, habilitation => απόκτηση άδειας,