Greek Meaning of unlivable
ακατοίκητος
Other Greek words related to ακατοίκητος
Nearest Words of unlivable
Definitions and Meaning of unlivable in English
unlivable (a)
unfit or unsuitable to live in or with
FAQs About the word unlivable
ακατοίκητος
unfit or unsuitable to live in or with
ακατοίκητος,οικονομικός,ανυπόφορος,απαράδεκτο,ανυπόφορος,άβολος,λιτός,ταπεινός,αβάσταχτος,εφεδρικό
άνετος,κατοικήσιμος,ακατοίκητος,κατοικήσιμος,κατοικήσιμος,άνετος,οικιακός ,οικείος,πολυτελής,ντελούξ
unlittered => καθαρό, unliterary => μη λογοτεχνικός, unlit => ασβόλωτο, unlisted stock => Μη εισηγμένες μετοχές, unlisted security => Ανεπίσημη ασφάλεια,