Greek Meaning of gladder

πιο ευτυχισμένος

Other Greek words related to πιο ευτυχισμένος

Definitions and Meaning of gladder in English

Webster

gladder (n.)

One who makes glad.

FAQs About the word gladder

πιο ευτυχισμένος

One who makes glad.

Χαρούμενος,χαρούμενος,χαρούμενος,ικανοποιημένος,ευγνώμων,μακάριος,χαρούμενος,χαρούμενος,ευγνώμων,ελπιδοφόρος

δυσαρεστημένος,δυσάρεστος,λυπημένος,δυστυχισμένος,δυσαρεστημένος,ταπεινός,οργισμένος, θυμωμένος,Άγχος,μπλε,σπασμένη καρδιά

gladdening => ευχάριστος, gladdened => χαρούμενος, gladden => ευφραίνω, gladded => χαρούμενος, glad hand => ζεστή χαιρετούρα,