Greek Meaning of familiarness

οικειότητα

Other Greek words related to οικειότητα

Definitions and Meaning of familiarness in English

Webster

familiarness (n.)

Familiarity.

FAQs About the word familiarness

οικειότητα

Familiarity.

φιλαράκια,κοντά,άνετος,φιλικός,αχώριστος,Φιλικός,στοργικός,κόλπος,φίλοι,Φιλικός

μακρινό,απόμακρος,αντικοινωνικός,κρύος,κουλ,αποσπασμένος,παγωμένος,απομακρυσμένος,ανεπιθύμητος,αποσυρμένος

familiarly => οικεία, familiarizing => εξοικείωση, familiarized => εξοικειωμένος, familiarize => εξοικειώνω, familiarization => εξοικείωση,