Greek Meaning of familiarize
εξοικειώνω
Other Greek words related to εξοικειώνω
- συμβουλεύω
- πληροφορώ
- διδάσκω
- λέω
- γνωρίζω
- ενημερώνω
- σύντομος
- να καλύψω την απόσταση
- Ένδειξη
- εκπαίδευση
- φωτίζω
- συμπληρώνω
- γοφός
- ενημέρωση
- διδάσκω
- σοφός
- διαφημίζω
- συναγερμός
- ανακοινώνω (σε)
- διαβεβαιώ
- βεβαιώνω
- σαφής
- πείθω
- αποκαλύπτω (σε κάποιον)
- κρατάω (κάποιον) ενήμερο
- διάλεξη
- ενημερώστε κάποιον
- καθησυχάζω
- σχολείο
- Στίχος
- ένταλμα
Nearest Words of familiarize
- familiarization => εξοικείωση
- familiarity => οικειότητα
- familiarities => οικειότητες
- familiarising => εξοικείωση
- familiarised => εξοικειωμένος
- familiarise => εξοικειωθείτε
- familiarisation => εξοικείωση
- familiar spirit => οικείο πνεύμα
- familiar => γνώριμος
- familial hypercholesterolemia => Οικογενής υπερχοληστερολαιμία
Definitions and Meaning of familiarize in English
familiarize (v)
make familiar or conversant with
familiarize (v. t.)
To make familiar or intimate; to habituate; to accustom; to make well known by practice or converse; as, to familiarize one's self with scenes of distress.
To make acquainted, or skilled, by practice or study; as, to familiarize one's self with a business, a book, or a science.
FAQs About the word familiarize
εξοικειώνω
make familiar or conversant withTo make familiar or intimate; to habituate; to accustom; to make well known by practice or converse; as, to familiarize one's se
συμβουλεύω,πληροφορώ,διδάσκω,λέω,γνωρίζω,ενημερώνω,σύντομος,να καλύψω την απόσταση,Ένδειξη,εκπαίδευση
Παραπλανάω,Παραπλανώ
familiarization => εξοικείωση, familiarity => οικειότητα, familiarities => οικειότητες, familiarising => εξοικείωση, familiarised => εξοικειωμένος,