Greek Meaning of extraordinarily
εξαιρετικά
Other Greek words related to εξαιρετικά
- ανώμαλα
- υπερβολικά
- εξαιρετικά
- πολύ
- παράξενα
- απίστευτα
- αξιοσημείωτα
- εξαιρετικά
- σπάνια
- ασυνήθιστα
- αστρονομικά
- σημαντικά
- θανατηφόρος
- εξόχως
- υπερβαίνων
- εκτενώς
- επιπλέον
- πολύ
- πολύ
- ακατάλληλα
- ακατάλληλα
- ασυγχώρητα
- ανήθικα
- σημαντικά
- σημαντικά
- σούπερ
- τρομερά
- αβάσταχτος
- παράλογα
- πολύ
- ανεξήγητα
- ασυνήθιστα
- διαβολικά
- Ειδικά
- υπερβολικά
- υπερβολικά ακριβός
- εκβιαστικά
- σπάταλα
- πολύ
- ανέκφραστα
- υπερβολικά
- ανεξέλεγκτα
- ανυπόφορα
- πολύ
- τεράστιος
- υπερβολικά
- επίσης
- απαράδεκτα
- αναντίστοιχα
Nearest Words of extraordinarily
- extraordinariness => εξαιρετικότητα
- extraordinary => εξαιρετικός
- extraparochial => εξωενοριακός
- extraphysical => εξωσωματικός
- extrapolate => εξωτερικεύω
- extrapolation => εξωτερική παρέκταση
- extraprofessional => εξωεπαγγελματίας
- extraprovincial => ετεροεπαρχιακός
- extraregular => Έξτρα κανονικό
- extras => επιπλέον
Definitions and Meaning of extraordinarily in English
extraordinarily (r)
extremely
extraordinarily (adv.)
In an extraordinary manner or degree.
FAQs About the word extraordinarily
εξαιρετικά
extremelyIn an extraordinary manner or degree.
ανώμαλα,υπερβολικά,εξαιρετικά,πολύ,παράξενα,απίστευτα,αξιοσημείωτα,εξαιρετικά,σπάνια,ασυνήθιστα
ανεπαρκώς,ανεπαρκώς,μέτρια,λογικά,αποδεκτά,μόλις,μόλις,μόνο,περιθωριακός,ελάχιστα
extraordinaries => εξαιρετικοί, extraordinaire => εξαιρετικός, extra-official => εξωεπίσημος, extra-ocular => εξωοφθάλμιος, extraneousness => ξενότητα,