Greek Meaning of extraneous
περιττός
Other Greek words related to περιττός
Nearest Words of extraneous
- extraneity => ξενικότητα
- extramural => εκτός των τειχών
- extramundane => υπερκόσμιος
- extramission => εξωστρέφεια
- extramarital => εξωσυζυγικός
- extralogical => Εξωλογικός
- extralinguistic => εξωγλωσσικός
- extralimitary => υπερβατικός
- extralegal => Εκτός νόμου
- extrajudicial conveyance => εξώδικη μεταβίβαση
- extraneousness => ξενότητα
- extra-ocular => εξωοφθάλμιος
- extra-official => εξωεπίσημος
- extraordinaire => εξαιρετικός
- extraordinaries => εξαιρετικοί
- extraordinarily => εξαιρετικά
- extraordinariness => εξαιρετικότητα
- extraordinary => εξαιρετικός
- extraparochial => εξωενοριακός
- extraphysical => εξωσωματικός
Definitions and Meaning of extraneous in English
extraneous (s)
not pertinent to the matter under consideration
not essential
not belonging to that in which it is contained; introduced from an outside source
coming from the outside
extraneous (a.)
Not belonging to, or dependent upon, a thing; without or beyond a thing; not essential or intrinsic; foreign; as, to separate gold from extraneous matter.
FAQs About the word extraneous
περιττός
not pertinent to the matter under consideration, not essential, not belonging to that in which it is contained; introduced from an outside source, coming from t
τυχαίο,τυχαίος,εξωτερικός,Εξωγενής,άσχετος,εξωγήινος,εξωτερικός,ξένος,επερχόμενος,περιττός
εγγενής,έμφυτος,εσωτερική,Ενδογενής,βασικός,συγγενής,ουσιαστικός,ενδογαμικός,μέσα,εσωτερικός
extraneity => ξενικότητα, extramural => εκτός των τειχών, extramundane => υπερκόσμιος, extramission => εξωστρέφεια, extramarital => εξωσυζυγικός,