Greek Meaning of elvish
ξωτικό
Other Greek words related to ξωτικό
- σκανταλιάρης
- ξωτικό
- Ξωτικό
- παιχνιδιάρικο
- πονηρός
- πονηρός
- κακός
- παιχνιδιάρικο
- Τόξο
- πουλάρι
- πονηρός
- διαβολικός
- χαρούμενος
- σκανταλιάρης
- γατίσιο
- απατεώνας
- άτακτος
- σκανταλιάρης
- ατίθασος
- σκανταλιάρικος
- πανούργος
- πονηρός
- σκανδαλιάρης
- Καприτσιόζος
- πονηρός
- ξωτικοειδής
- αντίκα
- επινοητικός
- ντροπαλός
- πονηρός
- Ενεργητικός
- ζωηρός
- παιχνιδιάρικο
- ομοφυλόφιλος
- ανέμελος
- ζωηρός
- ζωηρός
- αθλητικός
- Ζωηρός
- πειράγματα
- δύσκολος
- πονηρός
- αθλητικός
- Δημιουργία προβλημάτων
Nearest Words of elvish
- elvishly => ξωτικά
- elwand => ραβδί
- elwyn brooks white => Έλγουιν Μπρουκς Γουάιτ
- ely culbertson => Έλι Κάλμπερτσον
- elymus => Αλμυρούδι
- elymus arenarius => Σιταράκι
- elymus canadensis => Elymus canadensis
- elymus caput-medusae => Ψιλή ίππιο
- elymus condensatus => Elymus condensatus
- elymus hispidus => Elymus hispidus
Definitions and Meaning of elvish in English
elvish (s)
usually good-naturedly mischievous
elvish (a.)
Pertaining to elves; implike; mischievous; weird; also, vacant; absent in demeanor. See Elfish.
Mysterious; also, foolish.
FAQs About the word elvish
ξωτικό
usually good-naturedly mischievousPertaining to elves; implike; mischievous; weird; also, vacant; absent in demeanor. See Elfish., Mysterious; also, foolish.
σκανταλιάρης,ξωτικό,Ξωτικό,παιχνιδιάρικο,πονηρός,πονηρός,κακός,παιχνιδιάρικο,Τόξο,πουλάρι
τάφος,ζοφερός,νηφάλιος,επίσημος,πρύμνη,σιωπηλός,σοβαρός
elvis presley => Έλβις Πρίσλεϊ, elvis aron presley => Έλβις Άαρον Πρίσλεϊ, elvis => Έλβις, elves => ξωτικά, elver => Γυαλόχι,