FAQs About the word eluxate

εξαρθρώνω

To dislocate; to luxate.

No synonyms found.

No antonyms found.

elutriation => εκλουβισμός, elutriating => διαχωρισμός, elutriated => πλυμένος με νερό, elutriate => ελουτρίαση, elution => έκλουση,