Greek Meaning of elutriating

διαχωρισμός

Other Greek words related to διαχωρισμός

Definitions and Meaning of elutriating in English

Webster

elutriating (p. pr. & vb. n.)

of Elutriate

FAQs About the word elutriating

διαχωρισμός

of Elutriate

καθαρισμός,καθαρισμός,απολυμαίνω,εξαγωγή,επεξεργασία,κάθαρση,διορθωτική,διύλιση,Πλύσιμο,clarifying

θόλωμα,μολυσματική,βαρετός,θόλωση,μολυσματικό,μόλυνση,βεβήλωση,λερώνοντας,ρύπανση,μόλυνση

elutriated => πλυμένος με νερό, elutriate => ελουτρίαση, elution => έκλουση, elute => Ελουρά, elusory => δυσδιάκριτος,