Greek Meaning of educed
εξαγόμενο
Other Greek words related to εξαγόμενο
- εκμαιευμένος
- προκάλεσε
- εμπνεόμενος
- Προσκάλεσε
- εξαγόμενος
- κέρδισε
- πήρα
- αποκτηθεί
- τραβηγμένο
- ανυψωμένο
- αποκάλυψε
- γυμνή
- (θωρώ)
- Αποκαλύφθηκε
- Ανακαλύφθηκε
- αποκαλυπτόμενη
- σύρθηκε
- εκθαλαμμένο (προς τα πάνω)
- φανερώθηκε
- εκτεθειμένο
- εκβιασμένος
- προμηθευμένο
- ασφαλισμένος
- αποκαλυμμένος
- ξεσκεπασμένος
- αποκαλυμμένος
- πιάστηκε
- wrest
- στίβω
Nearest Words of educed
- educe => συμπεραινώ
- educator => εκπαιδευτικός
- educative => Εκπαιδευτικός
- educationist => Εκπαιδευτικός
- educationally => Εκπαιδευτικά
- educationalist => παιδαγωγός
- educational program => Εκπαιδευτικό πρόγραμμα
- educational institution => εκπαιδευτικό ίδρυμα
- educational activity => Εκπαιδευτική δραστηριότητα
- educational => εκπαιδευτικό
Definitions and Meaning of educed in English
educed (imp. & p. p.)
of Educe
FAQs About the word educed
εξαγόμενο
of Educe
εκμαιευμένος,προκάλεσε,εμπνεόμενος,Προσκάλεσε,εξαγόμενος,κέρδισε,πήρα,αποκτηθεί,τραβηγμένο,ανυψωμένο
ξέχασα,έχασε,παραμελημένος,παραβλεπόμενος,παρέλειψε,ξεπερασμένος
educe => συμπεραινώ, educator => εκπαιδευτικός, educative => Εκπαιδευτικός, educationist => Εκπαιδευτικός, educationally => Εκπαιδευτικά,