Greek Meaning of educational
εκπαιδευτικό
Other Greek words related to εκπαιδευτικό
- Εκπαιδευτικός
- ενημερωτικός
- ενημερωτικός
- εκπαιδευτικός
- ενδεικτικός
- διαφωτιστικός
- φωτιστικός
- επωφελής
- κουβεντιάζω
- επικοινωνιακή
- ολοκληρωμένο
- εποικοδομητικός
- άφθονος
- λεπτομερής
- εποικοδομητικός
- επεξηγηματικός
- επεξηγηματικός
- γεμάτος
- κουτσομπόλης
- χρήσιμος
- ενημερωτικός
- Πρακτικός
- Κερδοφόρος
- χρηστικό
- χρηστικό
- χρήσιμος
- αξίζει τον κόπο
Nearest Words of educational
- educational activity => Εκπαιδευτική δραστηριότητα
- educational institution => εκπαιδευτικό ίδρυμα
- educational program => Εκπαιδευτικό πρόγραμμα
- educationalist => παιδαγωγός
- educationally => Εκπαιδευτικά
- educationist => Εκπαιδευτικός
- educative => Εκπαιδευτικός
- educator => εκπαιδευτικός
- educe => συμπεραινώ
- educed => εξαγόμενο
Definitions and Meaning of educational in English
educational (a)
relating to the process of education
educational (s)
providing knowledge
educational (a.)
Of or pertaining to education.
FAQs About the word educational
εκπαιδευτικό
relating to the process of education, providing knowledgeOf or pertaining to education.
Εκπαιδευτικός,ενημερωτικός,ενημερωτικός,εκπαιδευτικός,ενδεικτικός,διαφωτιστικός,φωτιστικός,επωφελής,κουβεντιάζω,επικοινωνιακή
Ανέφικτο,μη διαφωτιστικό,Ανημέρωτο,διδακτικός,άχρηστος,άχρηστος,μη αποκαλυπτικός,Άχρηστο
education secretary => Υπουργός Παιδείας, education department => υπουργείο Παιδείας, education => εκπαίδευση, educating => εκπαίδευση, educatee => εκπαιδευόμενος,