Greek Meaning of dimensionless
αδιάστατος
Other Greek words related to αδιάστατος
- απεριόριστος
- ατελείωτος
- αμέτρητος
- αμετρήσιμος
- Αόριστος
- ανεξάντλητος
- άπειρος
- απεριόριστος
- απέραντος
- απεριόριστος
- Απροσδιόριστος
- αβυσσαλέος
- απεριόριστος
- αμέτρητος
- αβυσσαλέος
- σημαντικός
- αναρίθμητοι
- διευρυμένο
- γενικός
- απροσδιόριστος
- ανεκτίμητος
- αναρίθμητα
- μεγάλος
- ασαφής
- ανειδίκευτος
- Ανέκφραστος
- ασαφής
- απέραντος
- άφθονος
- μεγάλος
- Ευρύς
- ογκώδης
- προφυλακτήρας
- ολοκληρωμένο
- άφθονος
- κοσμοπολίτης
- επικός
- επεκταθεί
- εκτατικός
- εκτεταμένος
- παγκόσμιος
- καλό
- μεγαλοπρεπής
- μεγάλος, καταπληκτικός
- όμορφος
- βαρύς
- τεράστιος
- Περιεκτικός
- γίγαντας
- βασιλικό μέγεθος
- Μεγέθους κρεβατιού King
- αρκετά μεγάλος
- μεγάλος
- υπερμεγέθης
- υπερμεγέθης
- άφθονο
- σεβαστός
- αξιόλογος
- σημαντικός
- ουσιαστικός
- σούπερ
- σάρωση
- καθολικός
- ογκώδης
- ολόκληρος
- κλιμακωθείς
- υπερμεγέθης
- υπερμεγέθης
- άφθονος
Nearest Words of dimensionless
Definitions and Meaning of dimensionless in English
dimensionless (a.)
Without dimensions; having no appreciable or noteworthy extent.
FAQs About the word dimensionless
αδιάστατος
Without dimensions; having no appreciable or noteworthy extent.
απεριόριστος,ατελείωτος,αμέτρητος,αμετρήσιμος,Αόριστος,ανεξάντλητος,άπειρος,απεριόριστος,απέραντος,απεριόριστος
ορισμένος,ορισμένος,πεπερασμένος,περιορισμένος,στενός,περιορισμένος,οριοθετημένο,περιγεγραμμένο,λεπτομερής,καθορισμένος
dimensioning => διάσταση, dimensioned => διαστασιολογημένος, dimensionality => διαστασιακότητα, dimensional => διαστασιακός, dimension => διάσταση,