Greek Meaning of cried down
έκλαψε
Other Greek words related to έκλαψε
- ελαττωμένος
- απολυμένος
- ελαχιστοποιημένος
- ρίχτηκε επάνω
- υποβάθμισε
- έτρεξε κάτω
- έπεισε
- υποτιμούσε
- κατακρίθηκε
- καταγγελμένος
- ξεπερασμένο
- αποσβέσιμο
- υποτιμητικός
- σε έκπτωση
- αντιπαθής
- υποτιμημένος
- βάλω κάτω
- καταδικασμένος
- κριτικάρετε
- μειωμένος
- φιλημένος
- φτωχόστομος
- βιαιοπραγημένος
- διέγραψε
- κακοποιημένος
- διαβρεγμένος
- λογοκριμένος
- εκτεθειμένος
- εξευτελισμένος
- δυσφημημένος
- μάλωσε
- συκοφαντημένος
- κατεστραμμένο
- Κακός
- αποδοκιμασμένο (από)
- αποδοκιμασμένο
- προσέβαλε
- trash talking
Nearest Words of cried down
Definitions and Meaning of cried down in English
cried down
disparage sense 2, belittle, disparage, depreciate
FAQs About the word cried down
έκλαψε
disparage sense 2, belittle, disparage, depreciate
ελαττωμένος,απολυμένος,ελαχιστοποιημένος,ρίχτηκε επάνω,υποβάθμισε,έτρεξε κάτω,έπεισε,υποτιμούσε,κατακρίθηκε,καταγγελμένος
χειροκρότησε.,εγκρίθηκε,ενέκρινε,υψηλός,υμνεί,ευνοϊκός,δοξασμένος,επαινεμένος,Μεγεθυσμένη,προτεινόμενο
cried (out) => έκλαψε, cried (for) => έκλαψε (για), cried => έκλαψε, cribs => κούνιες, cribbing => αντιγραφή,