Greek Meaning of cried down

έκλαψε

Other Greek words related to έκλαψε

Definitions and Meaning of cried down in English

cried down

disparage sense 2, belittle, disparage, depreciate

FAQs About the word cried down

έκλαψε

disparage sense 2, belittle, disparage, depreciate

ελαττωμένος,απολυμένος,ελαχιστοποιημένος,ρίχτηκε επάνω,υποβάθμισε,έτρεξε κάτω,έπεισε,υποτιμούσε,κατακρίθηκε,καταγγελμένος

χειροκρότησε.,εγκρίθηκε,ενέκρινε,υψηλός,υμνεί,ευνοϊκός,δοξασμένος,επαινεμένος,Μεγεθυσμένη,προτεινόμενο

cried (out) => έκλαψε, cried (for) => έκλαψε (για), cried => έκλαψε, cribs => κούνιες, cribbing => αντιγραφή,