Greek Meaning of crewmate
μέλος πληρώματος
Other Greek words related to μέλος πληρώματος
Nearest Words of crewmate
Definitions and Meaning of crewmate in English
crewmate
a fellow crewman
FAQs About the word crewmate
μέλος πληρώματος
a fellow crewman
Πλήρωμα,Μέλος του πληρώματος
Καπετάνιος,διοικητής,κύριος,πιλότος,παραβλέπω,Καπετάνιος,Πλοίαρχος
crewel => καρυοφύλλι, crevices => ρωγμές, crevasses => κρεβάσες, crests => θυρεοί, cresting => κορυφή,