FAQs About the word criminalities

εγκληματικότητα

criminal activity, crime sense 3, the quality or state of being criminal

έγκλημα,διαφθορά,παραβίαση νόμου,ανομία,Διαφθορά,κακός,γκανγκστερισμός,χουλιγκανισμός,Ανηθικότητα,κακοδιαχείριση

No antonyms found.

criminal lawyer => ποινικολόγος, criminal conversations => Εγκληματικές συζητήσεις, crimes => εγκλήματα, cries => κλαίει, cried up => έκλαψε πολύ,