Greek Meaning of counterbalanced

ισορροπημένο

Other Greek words related to ισορροπημένο

Definitions and Meaning of counterbalanced in English

Wordnet

counterbalanced (s)

brought into equipoise by means of a weight or force that offsets another

FAQs About the word counterbalanced

ισορροπημένο

brought into equipoise by means of a weight or force that offsets another

διορθωμένο,εξουδετερωμένο,μετατόπιση,ακυρώθηκε,ακυρώθηκε (έξω),ακυρώθηκε (έξω),αποζημιωμένος (για),εξουδετερώθηκε,εξισορροπημένος,κατασκευασμένο από (για)

No antonyms found.

counterbalance => αντίβαρο, counterattraction => αντίθετη έλξη, counterattack => αντεπίθεση, counterargument => Αντεπιχείρημα, counteractively => αντιπαραγωγικά,