Greek Meaning of confabulated
σύγχυση
Other Greek words related to σύγχυση
- απονεμήθηκε
- συμβουλεύτηκε
- συζητήθηκε
- Συμβουλευόταν
- ισχυρίστηκε
- Συνομωτούσαν
- συμβουλευμένος
- συμβούλεψε
- συζητούσε
- μίλησε
- επεξεργασμένος
- διαφημίζεται
- χτυπημένοι (γύρω)
- μασουλημένο
- προπονημένος
- συζήτησαν
- εκ προθέσεως
- αμφισβητούμενο
- καθοδηγούμενος
- τεμαχισμένο
- κλώτσησε γύρω
- προτεινόμενο
- κουβέντιασαν
- προτεινόμενο
- αναφέρεται (σε)
- ανακαινισμένο
- προτινόμενος
- μίλησε για
- διδαγμένος
- αεριζόμενο
Nearest Words of confabulated
Definitions and Meaning of confabulated in English
confabulated
to fill in gaps in memory by fabrication, to hold a discussion, to talk informally
FAQs About the word confabulated
σύγχυση
to fill in gaps in memory by fabrication, to hold a discussion, to talk informally
απονεμήθηκε,συμβουλεύτηκε,συζητήθηκε,Συμβουλευόταν,ισχυρίστηκε,Συνομωτούσαν,συμβουλευμένος,συμβούλεψε,συζητούσε,μίλησε
No antonyms found.
confabs => συναθροίσεις, confabbing => κουβεντιάζοντας, confabbed => Συνομωτούσαν, conduits => αγωγοί, conducted => πραγματοποιήθηκε,