FAQs About the word confectioneries

γλυκά

a confectioner's shop, sweet foods (such as candy or pastry), sweet things to eat (as candy), the confectioner's art or business, a confectioner's art or busine

ζαχαροπλαστεία,γλυκά,γλυκά,Γλυκίσματα,γλυκά,καραμέλες,επιδόρπια,Ζαχαροπλαστική,Κινέζοι

No antonyms found.

confectionaries => ζαχαροπλαστεία, confecting => προετοιμασία ζαχαρωτών, confected => κατασκευασμένος, confabulating => συνομιλών, confabulated => σύγχυση,