Greek Meaning of rehashed
ανακαινισμένο
Other Greek words related to ανακαινισμένο
- διαφημίζεται
- συζήτησαν
- εκ προθέσεως
- συζητήθηκε
- προτεινόμενο
- μίλησε για
- αεριζόμενο
- ισχυρίστηκε
- χτυπημένοι (γύρω)
- μασουλημένο
- Συνομωτούσαν
- σύγχυση
- απονεμήθηκε
- συμβουλεύτηκε
- συμβουλευμένος
- συμβούλεψε
- αμφισβητούμενο
- τεμαχισμένο
- κλώτσησε γύρω
- κουβέντιασαν
- συζητούσε
- προτεινόμενο
- αναφέρεται (σε)
- προτινόμενος
- μίλησε
- επεξεργασμένος
- Συμβουλευόταν
- προπονημένος
- Σκηνοθετημένο
- καθοδηγούμενος
- διδαγμένος
Nearest Words of rehashed
Definitions and Meaning of rehashed in English
rehashed
something that is rehashed, to talk over or discuss again, to present or use again in another form without substantial change or improvement, to present or use (as an argument) again in another form without much change or improvement, the action or process of rehashing
FAQs About the word rehashed
ανακαινισμένο
something that is rehashed, to talk over or discuss again, to present or use again in another form without substantial change or improvement, to present or use
διαφημίζεται,συζήτησαν,εκ προθέσεως,συζητήθηκε,προτεινόμενο,μίλησε για,αεριζόμενο,ισχυρίστηκε,χτυπημένοι (γύρω),μασουλημένο
No antonyms found.
rehabs => κέντρα αποκατάστασης, rehabilitations => αποκαταστάσεις, rehabilitates => αποκαθιστά, rehabilitant => αποκατασταμένος, rehabbing => αποκατάσταση,