Greek Meaning of complexly
πολύπλοκα
Other Greek words related to πολύπλοκα
- περιπλέκω
- περίπλοκος
- σύνθετο
- εκλεπτυσμένος
- μπαρόκ
- βυζαντινός
- περίπλοκος
- δύσκολο
- περίτεχνος
- εμπλεκόμενος
- κουτουρού
- λαβυρινθώδης
- λαβυρινθώδης
- μπερδεμένος
- ποικίλω
- απαιτητικός
- σύνθετος
- σύνθετο
- επιδέξιος
- ετερογενής
- ακατανόητος
- ανεξήγητος
- εξελιγμένη
- μικτός
- Διακλαδισμένος
- Πολυπρόσωπος
- πολυποίκιλος
- Πολυμερής
- Υπερβολικά περίπλοκο
- υπερβολικά περίπλοκο
- σκληρός
- αβυσσαλέος
- ακατανόητος
Nearest Words of complexly
- complexity => πολυπλοκότητα
- complexion => επιδερμίδα
- complexify => περιπλέκω
- complexifier => σύνδεσμος
- complex sentence => σύνθετη πρόταση
- complex quantity => Μιγαδικός αριθμός
- complex plane => Επίπεδο συμπλόκου
- complex number => Σύνθετος αριθμός
- complex instruction set computing => Υπολογιστές σύνθετων συνόλων εντολών
- complex instruction set computer => Υπολογιστής πολύπλοκου συνόλου εντολών
Definitions and Meaning of complexly in English
complexly (r)
in a complex manner
FAQs About the word complexly
πολύπλοκα
in a complex manner
περιπλέκω,περίπλοκος,σύνθετο,εκλεπτυσμένος,μπαρόκ ,βυζαντινός,περίπλοκος,δύσκολο,περίτεχνος,εμπλεκόμενος
απλός,απλός,απλοϊκός,απλός,Ομοιογενής,όχι σύνθετο,απλό,Υπεραπλουστευμένο,Απλοποιημένο,στολή
complexity => πολυπλοκότητα, complexion => επιδερμίδα, complexify => περιπλέκω, complexifier => σύνδεσμος, complex sentence => σύνθετη πρόταση,