Greek Meaning of clogs
Καλογρίδια
Other Greek words related to Καλογρίδια
- εμπόδια
- εμπόδια
- εμπόδια
- εμπόδια
- αλυσίδες
- Δεσμά
- φορτία
- σταματά
- τετράγωνα
- βάρη
- περιορισμοί
- κράμπες
- αποτρεπτικά μέτρα
- Αμηχανία
- βαρύνσεις
- αναπηρίες
- εμπόδια
- εμπόδια
- αναστολές
- Παρεμβολές
- ας
- χειροπέδες
- δεσμά
- εμπόδια
- δεσμοί
- Μπάρες
- φρένα
- καθυστερήσεις
- δυσκολίες
- Εμπάργκο
- ηνία
- πάγκοι
- Συλλήψεις
- εμπόδια
- bits
- αποκλεισμοί
- μπλοκαρίσματα
- Τοίχοι από τούβλα
- πιάνει
- επιταγές
- κρίμπα
- πεζοδρόμια
- κίνδυνοι
- μειονεκτήματα
- σύρει
- μειονεκτήματα
- Δυσκολίες
- κίνδυνοι
- εμπόδια
- εμπόδια
- κρατήσεις
- ληστείες
- κίνδυνοι
- περιορισμούς
- τρίβει
- εμπόδια
- πέτρινοι τοίχοι
- Διακοπές
Nearest Words of clogs
Definitions and Meaning of clogs in English
clogs
a weight attached especially to an animal to hinder motion, a mass of material that blocks movement through a pipe or vessel, something that hinders or holds back, to cause blockage in, to block passage through, something that shackles or impedes, to get in the way of, to become filled with extraneous matter, a shoe, sandal, or overshoe having a thick typically wooden sole, to fill or become filled beyond capacity, a shoe or sandal having a thick usually wooden sole, to unite in a mass, to dance a clog dance, to halt or slow the progress, operation, or growth of, to fill beyond capacity, to impede with a clog
FAQs About the word clogs
Καλογρίδια
a weight attached especially to an animal to hinder motion, a mass of material that blocks movement through a pipe or vessel, something that hinders or holds ba
εμπόδια,εμπόδια,εμπόδια,εμπόδια,αλυσίδες,Δεσμά,φορτία,σταματά,τετράγωνα,βάρη
πλεονεκτήματα,διαλείμματα,καταλύτες,άκρες,Κίνητρα,Σπιρούνια,διεγερτικά,Ερεθίσματα,το AIDS,βοήθεια
clog (up) => φράζω, clods => βώλοι, clodhoppers => κακόγουστες μπότες, clock-watcher => ρολογάς, clocking in at => ---- καταγράφοντας σε,