Greek Meaning of deterrents

αποτρεπτικά μέτρα

Other Greek words related to αποτρεπτικά μέτρα

Definitions and Meaning of deterrents in English

deterrents

serving to discourage, prevent, or inhibit, relating to deterrence, able or acting to deter

FAQs About the word deterrents

αποτρεπτικά μέτρα

serving to discourage, prevent, or inhibit, relating to deterrence, able or acting to deter

εμπόδια,εμπόδια,εμπόδια,εμπόδια,αλυσίδες,βάρη,Καλογρίδια,περιορισμοί,κράμπες,Αμηχανία

πλεονεκτήματα,καταλύτες,Κίνητρα,διεγερτικά,Ερεθίσματα,το AIDS,βοήθεια,παροχές,διαλείμματα,άκρες

determines => προσδιορίζει, determinedness => Αποφασιστικότητα, determinations => αποφασιστικότητα, determinants => ορίζουσες, deteriorations => επιδεινώσεις,