FAQs About the word detrained

κατέβηκε

to get off a railroad train, to remove from a railroad train

αποβιβάστηκε,αποβιβάστηκε,αποβιβάστηκε,αποβάς,φωτισμένο,alit,καταγόμενος,αναμμένος,κατέβηκε

επιβιβάστηκε,ανέβηκε (επιβαίνοντας),επιβιβάστηκε,τοποθετημένος,εκπαιδευμένος,μπήκε,επιβιβάστηκαν

detracts => Μειώνει, detractors => επικριτές, detours => Παρακάμψεις, detouring => παράκαμψη, detoured => παρακάμψει,