Greek Meaning of alighted
αποβιβάστηκε
Other Greek words related to αποβιβάστηκε
Nearest Words of alighted
Definitions and Meaning of alighted in English
alighted (imp. & p. p.)
of Alight
FAQs About the word alighted
αποβιβάστηκε
of Alight
προσγειώθηκε,Εποχούμενος,φωτισμένο,αναμμένος,κουρνιάζει,εγκαταστημένος,Προσγειώθηκε,Προσγειώθηκε με την κοιλιά,αναγκαστική προσγείωση
προέκυψε,ανατέλλει,ανέβηκε,πέταξε,επιπλέων,τριαντάφυλλο,Απογειώθηκε,απογειώθηκε,γλίστρησε,κρεμασμένος
alight => alight, aligerous => φτερωτός, aliform => πτεροειδής, aliferous => πτερωτός, alife => Alife,