FAQs About the word climbed (aboard)

ανέβηκε (επιβαίνοντας)

μπήκε,επιβιβάστηκε,επιβιβάστηκε,επιβιβάστηκαν,τοποθετημένος,εκπαιδευμένος

αποβιβάστηκε,καταγόμενος,αποβιβάστηκε,αποβάς,κατέβηκε,φωτισμένο,αναμμένος,alit,αποβιβάστηκε,κατέβηκε

climb (aboard) => Επιβιβάζομαι (επί), climaxes => κορυφώσεις, climaxed => κορυφώθηκε, climates => κλίματα, cliffs => Γκρεμοί,