Greek Meaning of reins
ηνία
Other Greek words related to ηνία
- καρέκλα
- πηδάλιο
- νομαρχία
- κεφάλι
- ηγεσία
- προεδρία
- Κάθισμα
- καπετανία
- προεδρία
- αρχηγία
- διοίκηση
- πρυτανεία
- δικτατορία
- Διοίκηση
- κυριαρχία
- περιοχή
- Θέση οδηγού
- Ο eminence
- πρωτοπορία
- στρατηγικό αξίωμα
- Δικαιοδοσία
- βασιλεία
- μόλυβδος
- Μαεστρία
- κυριαρχία
- βάθρο
- κορυφή
- Πρέμιερ Λιγκ
- Προεδρία
- Κυριαρχία
- επιθεώρηση
- ταλάντευση
- θρόνος
- κορυφαίο
- ανώτερη θέση
- πρωτοπορία
Nearest Words of reins
- reinless => χαλινάρι
- reining => Ρινινγκ
- reinhold niebuhr => Ράινχολντ Νίμπουρ
- reinhabit => επανεγκαθιστώ
- reingratiate => Επαναφέρω στη χάρη
- reinfund => επιστροφή χρημάτων
- reinforcing stimulus => Ενισχυτικό ερέθισμα
- reinforcer => ενισχυτής
- reinforcement => ενίσχυση
- reinforced concrete => οπλισμένο σκυρόδεμα
Definitions and Meaning of reins in English
reins (n. pl.)
The kidneys; also, the region of the kidneys; the loins.
The inward impulses; the affections and passions; -- so called because formerly supposed to have their seat in the part of the body where the kidneys are.
FAQs About the word reins
ηνία
The kidneys; also, the region of the kidneys; the loins., The inward impulses; the affections and passions; -- so called because formerly supposed to have their
καρέκλα,πηδάλιο,νομαρχία,κεφάλι,ηγεσία,προεδρία,Κάθισμα,καπετανία,προεδρία,αρχηγία
τάξεις
reinless => χαλινάρι, reining => Ρινινγκ, reinhold niebuhr => Ράινχολντ Νίμπουρ, reinhabit => επανεγκαθιστώ, reingratiate => Επαναφέρω στη χάρη,