Greek Meaning of presidentship
Προεδρία
Other Greek words related to Προεδρία
- καπετανία
- προεδρία
- πρυτανεία
- δικτατορία
- στρατηγικό αξίωμα
- νομαρχία
- βασιλεία
- Μαεστρία
- Πρέμιερ Λιγκ
- προεδρία
- επιθεώρηση
- αρχηγία
- διοίκηση
- Διοίκηση
- κυριαρχία
- περιοχή
- Ο eminence
- πρωτοπορία
- Δικαιοδοσία
- μόλυβδος
- κυριαρχία
- Κυριαρχία
- κυριαρχία
- ταλάντευση
- θρόνος
- ανώτερη θέση
- πρωτοπορία
- καρέκλα
- Θέση οδηγού
- ηγεσία
- ύψος
- πηδάλιο
- βάθρο
- κορυφή
- χαλινάρια
- Κάθισμα
- κορυφαίο
Nearest Words of presidentship
- presidents' day => Ημέρα του Προέδρου
- presidentially => προεδρικά
- presidential term => προεδρική θητεία
- presidential directive => Προεδρική οδηγία
- presidential => προεδρικός
- president wilson => ο πρόεδρος Ουίλσον
- president william henry harrison => Ο πρόεδρος Γουίλιαμ Χένρι Χάρισον
- president washington => πρόεδρος Ουάσιγκτον
- president van buren => Πρόεδρος Van Buren
- president tyler => ο πρόεδρος Τάιλερ
Definitions and Meaning of presidentship in English
presidentship (n)
the office and function of president
FAQs About the word presidentship
Προεδρία
the office and function of president
καπετανία,προεδρία,πρυτανεία,δικτατορία,στρατηγικό αξίωμα,νομαρχία,βασιλεία,Μαεστρία,Πρέμιερ Λιγκ,προεδρία
τάξεις
presidents' day => Ημέρα του Προέδρου, presidentially => προεδρικά, presidential term => προεδρική θητεία, presidential directive => Προεδρική οδηγία, presidential => προεδρικός,