Greek Meaning of hardships
Δυσκολίες
Other Greek words related to Δυσκολίες
- δυσκολίες
- αντιξοότητες
- τραχύτητες
- δυσφορίες
- εμπόδια
- δυσκολίες
- εμπόδια
- αυστηρότητα
- δίκες
- Θλίψεις
- αλυσίδες
- Καλογρίδια
- κρίμπα
- αποτρεπτικά μέτρα
- Αμηχανία
- βαρύνσεις
- αναπηρίες
- εμπόδια
- εμπόδια
- εμπόδια
- αναστολές
- Παρεμβολές
- χτυπάει
- ας
- χειροπέδες
- Ατυχίες
- ατυχήματα
- ενοχλήσεις
- εμπόδια
- τρίβει
- δεσμά
- εμπόδια
- τραγωδίες
- δεσμοί
- θλίψεις
Nearest Words of hardships
Definitions and Meaning of hardships in English
hardships
something that causes pain or loss, something that causes or entails suffering or privation, pain entry 1 sense 2a, privation, privation, suffering
FAQs About the word hardships
Δυσκολίες
something that causes pain or loss, something that causes or entails suffering or privation, pain entry 1 sense 2a, privation, privation, suffering
δυσκολίες,αντιξοότητες,τραχύτητες,δυσφορίες,εμπόδια,δυσκολίες,εμπόδια,αυστηρότητα,δίκες,Θλίψεις
πλεονεκτήματα,ευκαιρίες,διαλείμματα
hardnoses => σκληροπυρηνικοί, hardnose => σκληροτράχηλος, hard-luck => Ατυχής, hard-heartedness => Σκληροκαρδία, hard-heartedly => σκληρόκαρδα,