Greek Meaning of classicism
Κλασικισμός
Other Greek words related to Κλασικισμός
- τέχνη
- σικ
- αξιοπρέπεια
- εκλεκτότητα
- μεγαλείο
- μεγαλοπρέπεια
- Επίδειξη
- συγκράτηση
- Απλότητα
- εκλέπτυνση
- γεύση
- Γεύση
- επιτήδευση
- Λάμψη
- επιλογή
- ευγένεια
- κομψότητα
- κομψότητα
- χάρη
- μεγαλείο
- σπατάλη
- πολυτέλεια
- χλιδή
- πολυτέλεια
- μεγαλοπρέπεια
- ευγένεια
- ευγένεια
- λαμπρότητα
- διακοσμητικότητα
- Επίδειξη
- γυάλισμα
- προσποίηση
- εκλέπτυνση
- λαμπρότητα
- πλούτος
- Επίδειξη
- Μεγαλοπρέπεια
- πολυτέλεια
- μεγαλειότητα
- τάξη
- λεπτότητα
- δόξα
- χάρις
- ομορφιά
- μεγαλειότης
- λαμπρότητα
- μεγαλοπρέπεια
- κομψότητα
- δόξα
- απαλότητα
- απαλότητα
Nearest Words of classicism
- classicise => κλασικίζω
- classicalness => κλασσικότητα
- classically => κλασικά
- classicality => κλασικότητα
- classicalist => κλασικιστής
- classicalism => κλασικισμός
- classical style => κλασσικό ύφος
- classical scholar => Κλασσικός φιλόλογος
- classical mythology => Κλασσική μυθολογία
- classical music => Κλασική μουσική
Definitions and Meaning of classicism in English
classicism (n)
a movement in literature and art during the 17th and 18th centuries in Europe that favored rationality and restraint and strict forms
classicism (n.)
A classic idiom or expression; a classicalism.
FAQs About the word classicism
Κλασικισμός
a movement in literature and art during the 17th and 18th centuries in Europe that favored rationality and restraint and strict formsA classic idiom or expressi
τέχνη,σικ,αξιοπρέπεια,εκλεκτότητα,μεγαλείο,μεγαλοπρέπεια,Επίδειξη,συγκράτηση,Απλότητα,εκλέπτυνση
Αδρότητα,Ακαμψία,επίδειξη,λάμψη,Αδεξιότητα,γκροτέσκο,γκροτέσκο,ασχήμια,κιτς,χυδαιότητα
classicise => κλασικίζω, classicalness => κλασσικότητα, classically => κλασικά, classicality => κλασικότητα, classicalist => κλασικιστής,