Greek Meaning of plushness
απαλότητα
Other Greek words related to απαλότητα
- Λάμψη
- κομψότητα
- δόξα
- χάρη
- μεγαλείο
- μεγαλείο
- σπατάλη
- πολυτέλεια
- χλιδή
- πολυτέλεια
- μεγαλοπρέπεια
- ευγένεια
- ευγένεια
- λαμπρότητα
- διακοσμητικότητα
- εκλέπτυνση
- λαμπρότητα
- πλούτος
- εκλέπτυνση
- Μεγαλοπρέπεια
- πολυτέλεια
- τέχνη
- μεγαλειότητα
- σικ
- Κλασικισμός
- ευγένεια
- αξιοπρέπεια
- κομψότητα
- εκλεκτότητα
- λεπτότητα
- χάρις
- ομορφιά
- μεγαλειότης
- γυάλισμα
- λαμπρότητα
- μεγαλοπρέπεια
- γεύση
- Γεύση
- κομψότητα
- δόξα
- απαλότητα
- επιτήδευση
- επιλογή
- τάξη
- μεγαλοπρέπεια
- Επίδειξη
- Επίδειξη
- προσποίηση
- συγκράτηση
- Επίδειξη
- Απλότητα
Nearest Words of plushness
Definitions and Meaning of plushness in English
plushness
a fabric with an even pile that is longer and less dense than velvet pile, rich, full, a toy that is covered in plush and filled with soft material, notably luxurious, a fabric like a very thick soft velvet, relating to, resembling, or made of plush, made of or like plush, very luxurious
FAQs About the word plushness
απαλότητα
a fabric with an even pile that is longer and less dense than velvet pile, rich, full, a toy that is covered in plush and filled with soft material, notably lux
Λάμψη,κομψότητα,δόξα,χάρη,μεγαλείο,μεγαλείο,σπατάλη,πολυτέλεια,χλιδή,πολυτέλεια
Αδρότητα,Ακαμψία,επίδειξη,κιτς,λάμψη,γκροτέσκο,γκροτέσκο,ασχήμια,κιτς,χυδαιότητα
plushly => πολυτελές, plushiness => απαλότητα, pluses => πλεονεκτήματα, plus or minus => Συν ή πλην, plunks => τράπεζα,