Greek Meaning of clammily

υγρό

Other Greek words related to υγρό

Definitions and Meaning of clammily in English

Wordnet

clammily (r)

in a clammy manner

Webster

clammily (adv.)

In a clammy manner.

FAQs About the word clammily

υγρό

in a clammy mannerIn a clammy manner.

εύθραυστος,κρύος,κρύος,κουλ,κρύο,παγωμένος,αντισηπτικό,αρκτικός,χιλι,αποσπασμένος

φιλικός,χαρούμενος,συμπαθής,ζεστός,συμπονετικός,φιλικός,συναισθηματικός,εκφραστικός,λαμπρός,γενναιόδωρος

clammed => Παντζάρια, clamjamphrie => Κουκουβάγια, clambering => αναρρίχηση, clambered => αναρριχήθηκε, clamber => σκαρφαλώνω,