Greek Meaning of cheapjack

φτηνιάρικο

Other Greek words related to φτηνιάρικο

Definitions and Meaning of cheapjack in English

Wordnet

cheapjack (n)

a peddler of inferior goods

Wordnet

cheapjack (s)

made of inferior workmanship and materials

FAQs About the word cheapjack

φτηνιάρικο

a peddler of inferior goods, made of inferior workmanship and materials

κακός,φτηνός,Χοντρός,κατώτερος,φτωχός,σάπιο,φοβερός,γλουτοί,τυρώδης,κοινός

άριστος,καλό,πρώτη θέση,πρώτης τάξεως,καλός,υψηλής ποιότητας,ανώτερος,κομψός,όμορφος,γυαλισμένο

cheapening => φθηναίνω, cheapener => υποτιμητής, cheapened => φθηνή, φτηνή, cheapen => φτηνύνω, cheap shot => Φτηνιάρικο κόλπο,