Greek Meaning of shlock

σκουπίδι

Other Greek words related to σκουπίδι

Definitions and Meaning of shlock in English

Wordnet

shlock (n)

merchandise that is shoddy or inferior

FAQs About the word shlock

σκουπίδι

merchandise that is shoddy or inferior

φτηνός,κακός,γλουτοί,φτηνιάρικο,τυρώδης,Χοντρός,κοινός,πλαστό,κακό,μειωμένη τιμή

άριστος,καλό,πρώτη θέση,πρώτης τάξεως,καλός,υψηλής ποιότητας,ανώτερος,κομψός,όμορφος,γυαλισμένο

shlimazel => ατυχής, shlepper => φορτωτής, shlep => τσαλαβουτώ, shlemiel => αδέξιος, shizoku => Σιζούκου,