Greek Meaning of carsick

ναυτία

Other Greek words related to ναυτία

Definitions and Meaning of carsick in English

Wordnet

carsick (s)

experiencing motion sickness

FAQs About the word carsick

ναυτία

experiencing motion sickness

ναυτιώδης,ζαλισμένος,ναυτία,ναυτία,ναυτία,Ναυτία,Άρρωστος,ευαίσθητος,ζαλισμένος,πονεμένος

καλύτερος,εξαρτημένος από κάποιον όρο,γιατρεμένος,υγιής,υγιής,υγιής,ήχος,καλά,ολόκληρος,υγιεινός

carse => γόνιμη πεδιάδα, carrytale => κακός κουτσομπόλης, carry-over => μεταφορά, carryk => φορείο, carrying out => πραγματοποιώντας,