Greek Meaning of world power
Παγκόσμια δύναμη
Other Greek words related to Παγκόσμια δύναμη
- Μεγάλη δύναμη
- Ναυτική δύναμη
- υπερδύναμη
- Κοινοπολιτεία
- Χώρα
- Δημοκρατία
- Τομέας
- περιοχή
- αυτοκρατορία
- βασίλειο
- γη
- Εθνικό κράτος
- δύναμη
- βασίλειο
- Δημοκρατία
- Φέουδο
- Κυριαρχία
- κυριαρχία
- Κράτος
- Επίτροπος
- Πόλη-κράτος
- Υποτελές κράτος
- αποικία
- Διαμέρισμα
- εξάρτηση
- δικτατορία
- δουκάτο
- δουκάτο
- εμιράτο
- Πατρίδα
- πατρίδα
- εντολή
- Μικροκράτος
- Πολιτεία-νάνος
- μοναρχία
- πατρίδα
- ολιγαρχία
- Πριγκιπάτο
- επαρχία
- φέουδο
- οικισμός
- Έδαφος
- κυρίαρχος
- κυρίαρχος
- σουλτανάτο
- θεοκρατία
- κράτος πρόνοιας
Nearest Words of world power
- world organization => παγκόσμιος_οργανισμός
- world organisation => Παγκόσμιος οργανισμός
- world meteorological organization => Παγκόσμιος Μετεωρολογικός Οργανισμός
- world health organization => Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας
- world cup => Παγκόσμιο Κύπελλο
- world court => Διεθνές Δικαστήριο
- world council of churches => Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών
- world council => παγκόσμιο συμβούλιο
- world bank => Παγκόσμια Τράπεζα
- world affairs => παγκόσμιες υποθέσεις
- world premiere => παγκόσμια πρεμιέρα
- world record => παγκόσμιο ρεκόρ
- world series => Παγκόσμιο Πρωτάθλημα
- world tamil association => Παγκόσμια Ένωση Ταμίλ
- world tamil movement => Παγκόσμιο Ταμιλικό Κίνημα
- world trade center => Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου
- world trade organization => Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου
- world traveler => Παγκόσμιος ταξιδιώτης
- world view => Κοσμοθεωρία
- world war => Παγκόσμιος Πόλεμος
Definitions and Meaning of world power in English
world power (n)
a state powerful enough to influence events throughout the world
FAQs About the word world power
Παγκόσμια δύναμη
a state powerful enough to influence events throughout the world
Μεγάλη δύναμη,Ναυτική δύναμη,υπερδύναμη,Κοινοπολιτεία,Χώρα,Δημοκρατία,Τομέας,περιοχή,αυτοκρατορία,βασίλειο
No antonyms found.
world organization => παγκόσμιος_οργανισμός, world organisation => Παγκόσμιος οργανισμός, world meteorological organization => Παγκόσμιος Μετεωρολογικός Οργανισμός, world health organization => Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, world cup => Παγκόσμιο Κύπελλο,