Greek Meaning of wiped (away)
wiped (away)
Other Greek words related to wiped (away)
- διαγραμμένος
- κατατεθέν
- ροκανισμένος
- έδαφος
- μειωμένη
- διαγραμμένο
- Φθαρμένος
- έφαγε
- bit
- χαλασμένος
- Χώρισαν
- μαστό
- διαβρωμένο
- αποσυντεθείς
- διαλυμένη
- διαλυμένος
- διάβρωση
- τριμμένο
- βοσκούν
- δαγκωμένο
- αμμοβολής
- Λειασμένο
- καθαρισμένο
- ξυσμένος
- γρατζουνισμένο
- ξυρισμένος
- εκδορασμένος
- τριμμένο
- διάβρωσης
- φθαρμένος
- εξαντλημένος
- ανήσυχος
- γδαρμένος
- ακονισμένο
- βραχνός
- τρίβεται
- ακονισμένο
- ακονισμένος
- φορούσε
Nearest Words of wiped (away)
- wipe the ground with => σκουπίζω κάποιον από τη γη
- wipe the floor with => Καταστρέφω
- wipe (away) => σκουπίζω (μακριά)
- winzes => φρέατα
- wintriness => χειμωνιάτικος
- wins => κερδίζει
- winos => αλκοολικοί
- winnowed (out) => (επιλεγμένο (έξω))
- winning (over) => νικηφόρα (πάνω)
- winning (back) => κερδίζοντας (πίσω)
- wiped the floor with => Σφουγγάρισε το πάτωμα με
- wiped the ground with => Σκούπισε το πάτωμα με
- wipes => μαντηλάκια καθαρισμού
- wipes out => εξαλείφει
- wiping (away) => σκουπίζοντας (μακριά)
- wiping out => εξάλειψη
- wiping the floor with => σφουγγαρίζω το πάτωμα με
- wiping the ground with => σκοτώνω
- wiretapped => παρακολουθούσε κρυφά
- wiretapping => Παρακολούθηση
Definitions and Meaning of wiped (away) in English
wiped (away)
to remove (something) by rubbing
FAQs About the word wiped (away)
Definition not available
to remove (something) by rubbing
διαγραμμένος,κατατεθέν,ροκανισμένος,έδαφος,μειωμένη,διαγραμμένο,Φθαρμένος,έφαγε,bit,χαλασμένος
No antonyms found.
wipe the ground with => σκουπίζω κάποιον από τη γη, wipe the floor with => Καταστρέφω, wipe (away) => σκουπίζω (μακριά), winzes => φρέατα, wintriness => χειμωνιάτικος,