Greek Meaning of violated

violated

Other Greek words related to violated

Definitions and Meaning of violated in English

Wordnet

violated (s)

treated irreverently or sacrilegiously

FAQs About the word violated

Definition not available

treated irreverently or sacrilegiously

παραβιασμένο,Χρεοκοπημενος,παραβίασε,ανυπάκουσε,προσβεβλημένος,παραβιάζω,απολυμένος,παραβίασε,ραγισμένο,παραβιάστηκε (ή παραβιάστηκε)

συμμορφώθηκε (με),ακολούθησε,Παρατηρήθηκε,υποτελής (σε),παρακολούθησε,σύμφωνο με,άκουσε,σημαδεμένος,σημείωσε,παρατήρησε

violascent => βιολέτα, violaquercitrin => Βιολάκερκτριτίνη, violantin => Μωβ, violaniline => βιολανιλλίνη, violaceous => βιολετί,