Greek Meaning of uncaught

Ασύλληπτος

Other Greek words related to Ασύλληπτος

Definitions and Meaning of uncaught in English

uncaught

not having been caught

FAQs About the word uncaught

Ασύλληπτος

not having been caught

χαλαρός,ελεύθερος,ανεμπόδιστη,Ατελείωτος,απεριόριστος,απελευθερωμένος,ανεξέλεγκτος,Αδεσμευτος,ανεμπλοκή,δραπέτευσε

δεμένος,πιάστηκε,περιορισμένος,συγκρατημένος,ελεύθερος,μπουλονάρω,φυλακισμένος,αλυσοδεμένο,επισυνάπτεται,τειχισμένος

uncataloged => Ακαταλογογράφηση, uncanniness => παράξενο, uncandid => ειλικρινής, uncanceled => Μη ακυρωμένο, uncalculated => μη υπολογισμένο,