Greek Meaning of unanimity
Ομοφωνία
Other Greek words related to Ομοφωνία
- συμφωνία
- ομοφωνία
- ομόφωνα
- συμφωνία
- Ανταγωνισμός
- αποδοχή
- προσχώρηση
- αποδοχή
- προσκόλληση
- συμμαχία
- Εγκριση
- Έγκριση
- συγκατάθεση
- συναίνεση
- συνεργασία
- συνέργεια
- συμμόρφωση
- συνενοχή
- συναυλία
- παραχώρηση
- ομόνοια
- συμφωνία
- Συντρέχουσα εκτέλεση
- συμμόρφωση
- συγκατάθεση
- Σύμφωνο
- συνωμοσία
- αγκαλιάζω
- εναγκαλισμός
- ενσυναίσθηση
- Αρμονία
- Συνάντηση μυαλών
- ενότητα
- Αλληλεγγύη
- συμπάθεια
- κατανόηση
- συνδικαλιστική οργάνωση
Nearest Words of unanimity
Definitions and Meaning of unanimity in English
unanimity (n)
everyone being of one mind
unanimity (n.)
The quality or state of being unanimous.
FAQs About the word unanimity
Ομοφωνία
everyone being of one mindThe quality or state of being unanimous.
συμφωνία,ομοφωνία,ομόφωνα,συμφωνία,Ανταγωνισμός,αποδοχή,προσχώρηση,αποδοχή,προσκόλληση,συμμαχία
σύγκρουση,διαφωνία,διχόνοια,διαφωνία,Αντιπολίτευση,αντίσταση,αποδοκιμασία,Διαφωνία,διαφωνία,διαφωνία
unanimated => άψυχο, unanimate => άψυχος, unangry => όχι θυμωμένος, unaneled => αχρίστος, unanchor => αποδέσμευση,