Greek Meaning of unanimously
ομόφωνα
Other Greek words related to ομόφωνα
Nearest Words of unanimously
Definitions and Meaning of unanimously in English
unanimously (r)
of one mind; without dissent
FAQs About the word unanimously
ομόφωνα
of one mind; without dissent
συλλογικά,,αμοιβαία,αμοιβαία,Ενωμένα,συναυλιακά, μαζί,από κοινού,συνεργατικά,Χέρι με χέρι,μαζί
Ξεχωριστά,ανεξάρτητα,ατομικά,χωριστά,ξεχωριστά,μεμονωμένα,μόνο,μονομερώς,μονόχειρας,με το ένα χέρι
unanimous => ομόφωνα, unanimity => Ομοφωνία, unanimated => άψυχο, unanimate => άψυχος, unangry => όχι θυμωμένος,