Greek Meaning of separately
χωριστά
Other Greek words related to χωριστά
Nearest Words of separately
Definitions and Meaning of separately in English
separately (r)
apart from others
FAQs About the word separately
χωριστά
apart from others
ανεξάρτητα,ατομικά,μόνος,μεμονωμένα,μόνο,μονόχειρας,με το ένα χέρι,(δεν υποβοηθούνται)
συλλογικά,συνεργατικά,χέρι με χέρι,,αμοιβαία,μαζί,από κοινού,Χέρι με χέρι,χέρι-χέρι,μαζικά
separated => διαχωρισμένος, separate out => διαχωρίζω, separate off => διαχωρίζω, separate => ξεχωριστό, separably => διαχωριστά,