FAQs About the word separately

χωριστά

apart from others

ανεξάρτητα,ατομικά,μόνος,μεμονωμένα,μόνο,μονόχειρας,με το ένα χέρι,(δεν υποβοηθούνται)

συλλογικά,συνεργατικά,χέρι με χέρι,,αμοιβαία,μαζί,από κοινού,Χέρι με χέρι,χέρι-χέρι,μαζικά

separated => διαχωρισμένος, separate out => διαχωρίζω, separate off => διαχωρίζω, separate => ξεχωριστό, separably => διαχωριστά,