FAQs About the word slaking

σβήσιμο

of Slake

σκλήρυνση,ικανοποιητικό,καταπραϋντικό,χορταστικός,χορταστικό,Catering (σε),ικανοποιητικός,χιούμορ,επιδοθή,αστραπή

διεγερτικός,συναρπαστικός,διεγερτικό,πικάν,δελεαστικός,πειράγματα

slakin => τεμπέλης, slakeless => ακοίμητος, slaked lime => Σβησμένος ασβέστης, slaked => σβησμένο, slake => σβήνω,