Greek Meaning of satiating
χορταστικός
Other Greek words related to χορταστικός
Nearest Words of satiating
- satiated => χορτασμένος
- satiate => χορταίνω
- satiable => χορτάτος
- sathanas => Σατανάς
- satellitious => δορυφορικός
- satellite tv => δορυφορική τηλεόραση
- satellite transmitter => Δορυφορικός πομπός
- satellite television => Δορυφορική τηλεόραση
- satellite receiver => Δορυφορικός δέκτης
- satellite => Δορυφόρος
Definitions and Meaning of satiating in English
satiating (p. pr. & vb. n.)
of Satiate
FAQs About the word satiating
χορταστικός
of Satiate
αηδής,γέμιση,χορταστικό,πικάντικο,ζαχαρώδης,θερμιδικός,θερμογόνος,κρεμώδης,παχυντικός,Λιπαρός
φως,ελαφρύ,φυσικός,απλός,απλός,δίαιτα,άνοστος,άπαχος,Μη παχυντικό,αδυνάτισμα
satiated => χορτασμένος, satiate => χορταίνω, satiable => χορτάτος, sathanas => Σατανάς, satellitious => δορυφορικός,