Greek Meaning of sauced

με σάλτσα

Other Greek words related to με σάλτσα

Definitions and Meaning of sauced in English

Webster

sauced (imp. & p. p.)

of Sauce

FAQs About the word sauced

με σάλτσα

of Sauce

κρεμώδης,πικάντικο,ζαχαρώδης,γλυκό,Βουτυρένιος,θερμιδικός,θερμογόνος,αηδής,παχυντικός,Λιπαρός

φως,ελαφρύ,φυσικός,απλός,απλός,δίαιτα,άνοστος,άπαχος,Μη παχυντικό,αδυνάτισμα

saucebox => θρασύς, sauceboat => Σαλτσιέρα, sauce-alone => σάλτσα-μόνο, sauce vinaigrette => Βινεγκρέτ, sauce verte => Πράσινη σάλτσα,