Greek Meaning of creamy

κρεμώδης

Other Greek words related to κρεμώδης

Definitions and Meaning of creamy in English

Wordnet

creamy (s)

of the color of cream

thick like cream

FAQs About the word creamy

κρεμώδης

of the color of cream, thick like cream

βαρύς,κολλώδης,Γρανίτα (granita),σιροπώδης,παχύς,πηκτωμένο,Θολό,αδιάλυτος,ιξώδης,ιξώδης

ρευστό,λεπτός,Υδαρής,ρευστό,Ρευστό,υγρό,σούπα,Αδύναμος,Αραίωση,αραιωμένο

cream-of-tartar tree => Δέντρο κρεμόταρταρου, creaminess => κρεμώδης υφή, creamery => Γαλακτοκομείο, creamer => κρέμα γάλακτος, creamcups => Κρεμίνες,