Greek Meaning of runny
ρευστό
Other Greek words related to ρευστό
Nearest Words of runny
- runningly => άνετα
- running title => Τρεχούμενους τίτλος
- running time => Χρόνος εκτέλεσης
- running suit => Φόρμα για τρέξιμο
- running stitch => Τρεχάτο ράμμα
- running start => τρέξιμο εκκίνησης
- running shoe => Παπούτσι για τρέξιμο
- running postman => Δρομέας ταχυδρόμος
- running pop => Τρέξιμο ποπ
- running play => Τρέχοντας παιχνίδι
Definitions and Meaning of runny in English
runny (s)
characteristic of a fluid; capable of flowing and easily changing shape
FAQs About the word runny
ρευστό
characteristic of a fluid; capable of flowing and easily changing shape
σούπα,λεπτός,αραιωμένος,Υδαρής,βρεγμένος,Αραίωση,αραιωμένο,ρευστό,άπταιστα,Ρευστό
κρεμώδης,κολλώδης,σιροπώδης,παχύς,πηκτωμένο,ιξώδης,ιξώδης,Ζελατινώδης,κολλώδες,κολλώδης
runningly => άνετα, running title => Τρεχούμενους τίτλος, running time => Χρόνος εκτέλεσης, running suit => Φόρμα για τρέξιμο, running stitch => Τρεχάτο ράμμα,