Greek Meaning of revolted
εξεγερμένος
Other Greek words related to εξεγερμένος
- θυμωμένος
- αηδιασμένος
- σοκαρισμένος
- άρρωστος, -η, -ο
- θυμωμένος
- εξοργισμένος
- θυμωμένος
- ναυτία
- Εξοργισμένος
- απωθήθηκε
- απωθημένος
- άρρωστος
- Αποπληκτικός
- δυσαρεστημένος
- απογοητευμένος
- φουμάρισμα
- θυμωμένος
- εξοργισμένος
- Αγανακτισμένος
- οργισμένος
- Χλωμό
- τρελός
- ερεθισμένος
- εκνευρισμένος
- ταραγμένος
- πονεμένος
- Ατμός
- αναστατωμένος
- κουρασμένος
- εκνευρισμένος
- Σφυρηλατημένος (επεξεργασμένος)
Nearest Words of revolted
- revolter => αντάρτης
- revolting => αποκρουστικός
- revoltingly => αποκρουστικά
- revoluble => περιστρεφόμενος
- revolute => περιστρεφόμενος
- revolution => επανάσταση
- revolutionary => επαναστατικός
- revolutionary armed forces of colombia => Επαναστατικές ένοπλες δυνάμεις της Κολομβίας
- revolutionary calendar => επαναστατικό ημερολόγιο
- revolutionary calendar month => Μήνας επαναστατικού ημερολογίου
Definitions and Meaning of revolted in English
revolted (imp. & p. p.)
of Revolt
FAQs About the word revolted
εξεγερμένος
of Revolt
θυμωμένος,αηδιασμένος,σοκαρισμένος,άρρωστος, -η, -ο,θυμωμένος,εξοργισμένος,θυμωμένος,ναυτία,Εξοργισμένος,απωθήθηκε
Χαρούμενος,ευγνώμων,χαρούμενος,ικανοποιημένος,ευγνώμων,γοητευμένος,γοητευμένος,κατενθουσιασμένος,Μαγεμένος,γοητευμένος
revolt => εξέγερση, revokingly => ανακλητικό, revoking => ανάκληση, revoker => ανακλητής, revokement => ανάκληση,