Greek Meaning of recopied

αντιγραμμένο

Other Greek words related to αντιγραμμένο

Definitions and Meaning of recopied in English

recopied

to copy (something) again

FAQs About the word recopied

αντιγραμμένο

to copy (something) again

συντομευμένο,συνταγμένος,απορροφημένος,εκδόθηκε,εκτυπωμένο,δημοσιευμένα,πειραγμένο,τροποποιημένος,σχολιασμένο,ανθολογημένο

No antonyms found.

reconveying => Μεταφορά πίσω, reconveyed => επαναδιαβιβάστηκε, reconvening => επανασύγκληση, reconvenes => επανασυγκαλεί, reconvened => επανασυγκροτήθηκε,