Greek Meaning of quixotically

ιπποτικός

Other Greek words related to ιπποτικός

Definitions and Meaning of quixotically in English

Wordnet

quixotically (r)

in a quixotic manner

Webster

quixotically (adv.)

In a quixotic way.

FAQs About the word quixotically

ιπποτικός

in a quixotic mannerIn a quixotic way.

Ιδεαλιστής,ιδεαλιστής,Ανέφικτο,Ρομαντικός,ουτοπικός,ελπιδοφόρος,Ιδεολογικός,ιδεολογικός,αισιόδοξος,δονκιχωτικό

αστραφτερός,πεισματάρης,Πρακτικός,πραγματιστής,πρακτικός,ρεαλιστικός,ασυναισθητος,εύστοχος,σκληροτράχηλος,Σκληραγωγημένος

quixotic => δονκιχωτικός, quiveringly => Τρομαγμένος, quivering => τρεμουλιαστός, quivered => τρέμουλα, quiver => Τρέμω,